Ο Batman του Matt Reeves είναι ο ήρωας που μας αξίζει


Από πού να ξεκινήσει κανείς; Είναι σχεδόν αδύνατον να συμπυκνώσεις σε μερικές εκατοντάδες λέξεις όλα όσα ξετυλίγονται σε αυτήν την σκοτεινή και υπέρ-φιλόδοξη εκδοχή του "The Batman" από τον Matt Reeves.

Ο Αμερικανός σεναριογράφος και σκηνοθέτης, κολλητός του J.J. Abrams, έγινε ευρύτερα γνωστός όταν σκηνοθέτησε το Cloverfield (2008) και “απογειώθηκε” ως δημιουργός “ώριμων” blockbuster με την επιτυχημένη τριλογία του “Πλανήτη των Πιθήκων” στην οποία ξεπέρασε τις προσδοκίες όταν ανέλαβε το 2ο και 3ο μέρος και κατόρθωσε να παρουσιάσει μια εντυπωσιακή αφηγηματική ανάπτυξη σε μια φαινομενικά εξαντλημένη ιδέα.Το ίδιο εξαντλημένος θα μπορούσε να πει κανείς ότι είναι και ο Batman βέβαια. Μετρώντας ατελείωτες ιστορίες και εκδοχές σε comics, κινηματογράφο, βιντεοπαιχνίδια κ.α., είναι δύσκολο να καταφέρεις να προσφέρεις κάτι ουσιαστικά φρέσκο. Ωστόσο, εδώ ο Reeves προσπαθεί πολύ και ακόμα και αν η ταινία πέφτει σε πολλές περιπτώσεις θύμα των ίδιων των τεράστιων φιλοδοξιών της, καταφέρνει τουλάχιστον να δημιουργήσει έναν χαρακτήρα που έχει μια δική του ταυτότητα και δεν μοιάζει με μια ακόμα ανακύκλωση των ίδιων, κουρασμένων ιδεών και εικόνων. Οπότε ας ξεκινήσουμε από εκεί.

Νομίζω ότι ο χαρακτήρας και η πορεία του στην ταινία είναι το καλύτερο στοιχείο της, τουλάχιστον στο επίπεδο της γραφής. Και αυτό που της χαρίζει μια αναπάντεχη δυναμική είναι ότι, περισσότερο νομίζω από οποιαδήποτε άλλη φορά, ο χαρακτήρας μοιάζει τρομακτικά επίκαιρος. Αν η εποχή μας δηλαδή, καθρεπτίζονταν σε έναν ήρωα, θα ήταν σε αυτόν τον “κλειστό”, μπερδεμένο και οργισμένο Batman. Ο Bruce Wayne του Robert Pattinson ψάχνει για δικαιοσύνη, προσπαθεί να βελτιώσει τον “σάπιο” κόσμο στον οποίο ζει, αλλά εν τέλει, και εδώ είναι το θέμα, δεν ξέρει πώς. Είναι θυμωμένος, είναι θλιμμένος αλλά κυρίως είναι μπερδεμένος. Όσο ξετυλίγεται το πολύπλοκο νήμα της πλοκής, αυτή η σύγχυση μόνο εντείνεται.

Πράγματα που θεωρούσε δεδομένα καταρρέουν, γκρεμίζοντας κάθε θεμέλιο πυλώνα της εσωτερικής του ταυτότητας. Μοιάζει λίγο σαν μια εφιαλτική ματιά πίσω στην ιστορία μας χωρίς παρωπίδες, μοιάζει με την τρομακτική ανακάλυψη ότι ίσως δεν ήμασταν ποτέ οι “καλοί”, αν υπάρχουν τέτοιοι. Όλο αυτό το συνονθύλευμα ενοχής, σύγχυσης, οργής  που ψάχνει έναν τρόπο να βοηθήσει και δεν τα καταφέρνει, συνθέτουν ένα πορτραίτο που φαίνεται επώδυνα οικείο.

Πόσες φορές τα τελευταία χρόνια έχουμε δει να συμβαίνει κάτι που μέχρι προσφάτως βρισκόταν στην σφαίρα του “αδιανόητου”; Πόσες φορές το “αυτονόητο” αποδείχθηκε τελικά “μια ακόμα άποψη” προς διαφωνία; Δεν σας κρύβω ότι την “ασφυξία” που νιώθει ο χαρακτήρας μέσα σε αυτό το πολύπλοκο και βαθύ πλέγμα διαφθοράς και μισαλλοδοξίας, δεν την ένιωσα απλά κι εγώ. Την αναγνώρισα. Ο Batman μοιάζει σαν παγιδευμένος και ανήμπορος στο τέλος ενός παλιού κόσμου που καταρρέει, πριν αναδυθεί ένας καινούργιος. Και το τέλος είναι πάντα άσχημο.  

Ο Bruce Wayne μοιάζει με έναν έφηβο που ανακαλύπτει την σκληρή φύση του κόσμου και η πρώτη του αντίδραση είναι να οργιστεί. Και πιστεύει ότι αυτή η οργή είναι αρκετή. Η ταινία ξεκινάει με μια αφήγηση ημερολογίου που παραπέμπει ξεκάθαρα στην αρχή του Watchmen και τον Rorschach και ο παραλληλισμός είναι ακριβής. Αυτή είναι η αφετηρία του ήρωα. Ένα “φάντασμα”, δηλαδή ένας νεκρός, ένας χαρακτήρας δίχως πραγματική ζωή, που έχει έρθει να εκδικηθεί για την αδικία αυτού του κόσμου με ωμή βία αλλά μοιάζει μικρός μέσα σε όλο αυτό.

Η πορεία του είναι μια εξερεύνηση για την φύση του καλού και του κακού, σε έναν κόσμο που οι “καλοί” έχουν χάσει πανηγυρικά εδώ και χρόνια. Είναι κρίμα που υπάρχουν σημεία που αυτή η πορεία μοιάζει εσωτερικά μπερδεμένη, κυρίως γιατί ο Reeves, παρά το σκοτεινό ύφος, δεν τολμάει να πάει τον χαρακτήρα στα άκρα, δίνοντάς του “εύκολες” και σχετικά ανώδυνες διαφυγές όταν έρχεται αντιμέτωπος με τις πράξεις του.

Από εκεί και πέρα, δυστυχώς, δηλώνω ελαφρώς απογοητευμένος από το γενικότερο αποτέλεσμα. Η ταινία είναι δομημένη σαν ένα crime thriller, γεμάτη δάνεια από την δουλειά του Fincher στο είδος (Se7enZodiac), αλλά, παρά την καλοστημένη της ατμόσφαιρα, μένει σε ρηχά νερά στην εκτέλεση. Αρχικά, το υπερφορτωμένο σενάριο δεν αφήνει, παρά τις τρεις ώρες στην διάρκεια, το μυστήριο να “αναπνεύσει” και να ενεργοποιήσει τον θεατή. Κάθε νέος γρίφος λύνεται σχεδόν ακαριαία από τον Batman και η πλοκή προχωρά γρήγορα παρακάτω. Ίσως βέβαια αυτό να είναι και υπέρ του, διότι αν επιχειρήσεις να σκεφτείς λίγο καλύτερα τα σχέδια του Riddler, αυτά μοιάζουν όλο και πιο τραβηγμένα και ασύνδετα.

Ο ίδιος ο Riddler τώρα, πάσχει από την “σκιά του Joker” που θέλει σχεδόν κάθε κακό του Batman να στηρίζεται στο ίδιο  μίγμα της παράνοιας και των τραβηγμένων θεατρινισμών για να προκαλέσει μια αντίδραση. Ο Reeves προσπαθεί να αναπαράγει το “κόλπο” του Fincher, με την ουσιαστική του εμφάνιση στο τελευταίο 20λεπτο, ελπίζοντας να αφήσει την ίδια εντύπωση με τον Kevin Spacey στο Seven, αλλά και πάλι, το αποτέλεσμα είναι μακριά από τις προθέσεις. Τουλάχιστον θεματικά λειτουργεί εξαιρετικά σε συνάρτηση με το αφηγηματικό τόξο του Batman.

Στα θετικά βρίσκεται σίγουρα η αποτύπωση της Catwoman (Zoe Kravitz) που αναπτύσσεται επαρκώς και δεν μοιάζει με κομπάρσο, παρότι το ειδύλλιο με τον Batman είναι λίγο πιεσμένο. Ο "Πιγκουίνος" από την άλλη, μένει σε ένα επιφανειακό επίπεδο, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες του Colin Farrell. Γενικότερα, όλες οι ερμηνείες βρίσκονται σε ένα καλό επίπεδο, ωστόσο, λείπει αυτή που θα ξεχωρίσει πραγματικά. Ο απόλυτος πρωταγωνιστής όμως, είναι η μουσική του Michael Giacchino που συνεχίζει επάξια την παράδοση που θέλει τα Batman να προσφέρονται για αξιομνημόνευτες συνθέσεις. Δεν μπορώ να σκεφτώ ούτε μία σκηνή που η παρουσία της δεν έκανε τη σκηνή καλύτερη. Το theme του Batman είναι βαρύ, τραχύ και υπανάπτυκτο, όπως ο χαρακτήρας, ενώ της Catwoman έχει μια μελαγχολική φινέτσα, μια noir χροιά, σαν το theme μιας femme fatale. Θα ήθελα πολύ να δω πού θα πάει με αυτές τις συνθέσεις ο Giacchino στο μέλλον.

Υπάρχουν ακόμα πολλά πράγματα προς σχολιασμό όπως η λίγο άνιση σκηνοθεσία του Reeves με ορισμένες εκπληκτικές τόσο σε σύλληψη όσο και εκτέλεση σκηνές δράσης αλλά και ορισμένες που μοιάζουν κάπως “άγαρμπες” ή η αναμενόμενα φανταστική φωτογραφία του Greig Fraser. Όπως είπα όμως και στην αρχή, είναι τόσα πολλά αυτά που καλείσαι να ξεδιπλώσεις που μερικές εκατοντάδες λέξεις δεν είναι αρκετές.

Στην τελική, το The Batman είναι μια ταινία αντιθέσεων για μένα. Με άφησε εξίσου ενθουσιασμένο και απογοητευμένο. Η πιο προσγειωμένη και τραχιά εκδοχή του χαρακτήρα με συντάραξε γιατί μοιάζει, τη δεδομένη στιγμή της ιστορίας, να ξεπηδάει από το συλλογικό μας ασυνείδητο. Μια τραγική, ενοχική φιγούρα που ψάχνει τυφλωμένα για εκδίκηση σε έναν σάπιο από τα θεμέλια κόσμο.

Από την άλλη, ως crime thriller φαίνεται να μένει σε ένα επιφανειακό επίπεδο, στήνοντας επιδέξια την ατμόσφαιρά του αλλά αποτυγχάνοντας στην δομή και την εκτέλεση. Η υπέρ-φιλοδοξία του μεταφράζεται, δυστυχώς, σε μια υπερφορτωμένη πλοκή από την οποία τελικά, οι περισσότερες σκηνές έχουν ήδη χαθεί από την μνήμη σου τη στιγμή που βγαίνεις από την αίθουσα.

Share on Google Plus

About Freegr network

    Blogger Comment
    Facebook Comment

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου