Μετά από ένα ανθρώπινο λάθος, η άλλοτε γραφική και ήσυχη νησιωτική πόλη του Redfall γέμισε ξαφνικά με βαμπίρ. Πολλά βαμπίρ. Αυτά τα νυχτόβια και αιμοβόρα τέρατα, αφού εξώθησαν το νερό και απέκλεισαν τον ήλιο, βάλθηκαν να εξαφανίσουν και όλους τους ανθρώπους. Όμως, δεν έρχονται μόνα τους, αφού μαζί τους έχουν μια στρατιά από επικίνδυνους αιρετικούς που είναι έτοιμοι να πεθάνουν γι αυτά. Παίρνοντας τον ρόλο ενός εκ των τεσσάρων διαθέσιμων χαρακτήρων, καλείστε να διώξετε τα σατανικά βαμπίρ από το νησί μια και καλή, για το καλό ολόκληρης της ανθρωπότητας.
Εκτός από την προφανή ιστορία του καλού ενάντια στο κακό, το παιχνίδι έχει αρκετή δόση μπλακ χιούμορ που «σπάει» λίγο τη μονοτονία των κακών βρικολάκων. Συχνά βρίσκετε στον δρόμο σας σημειώματα, κείμενα και άρθρα που αφορούν τον κόσμο πριν την καταστροφή, όπως ένα γράμμα χωρισμού όπου κάποιος κατηγορείται ότι έχασε το λογικά του επειδή στα καλά καθούμενα έβαλε ενέχυρο μια κιθάρα για ένα όπλο, μια αναφορά σερίφη όπου ο ίδιος δηλώνει πως δεν μπορεί μία και μόνο αρκούδα να είναι υπεύθυνη για τον φρικτό θάνατο τεσσάρων ατόμων, και μια ανακοίνωση από γραφείο κηδειών που αναφέρει πως δεν μπορεί να αναλάβει άλλες κηδείες λόγω αυξημένου φόρτου εργασίας. Αυτά είναι μόνο λίγα παραδείγματα του τί συναντάτε σε όλο το Redfall. Αν και το χιούμορ δεν περιορίζεται σε μορφή κειμένου μέσα στο περιβάλλον, δεν καταφέρνει να βοηθήσει το παιχνίδι συνολικά. Οι λιγοστοί ΑΙ χαρακτήρες που συναντάτε στον πυροσβεστικό σταθμό-βάση σας είτε έχουν λίγα να σας πουν είτε απλά αναστενάζουν προβληματισμένοι. Μην περιμένετε μακροσκελείς διαλόγους, επιλογές, πολλές ιστορίες ή κάτι περισσότερο από «αν θέλεις, εδώ έχουμε όπλα και εξοπλισμό για να αγοράσεις» (παρόλο που το να χρειάζεται να «αγοράσει» όπλα ο μοναδικός άνθρωπος ενάντια στην απειλή των τεράτων, ενώ όλοι οι άλλοι μένουν πίσω στη βάση, είναι λίγο παράλογο από μόνο του, αλλά ας το παραβλέψουμε αυτό για την ώρα).
Ο τρόπος που επιλέγετε αποστολή είναι επίσης υπερβολικά ουδέτερος και απρόσωπος. Ξεκινώντας στη βάση και συνεχίζοντας σε άλλα διάσπαρτα καταφύγια -που όλα μοιάζουν μεταξύ τους- επιλέγετε μόνο μία αποστολή από το κάθε μέρος, μολονότι όλες εμφανίζονται μονομιάς σε διακλάδωση. Αφήστε ένα ρολόι σε μια ταφόπλακα, αναζητήστε κάποιον στο σπίτι του ή -το πιο κοινό- καθαρίστε την περιοχή από βρικόλακες. Βέβαια, δεν μπορείτε να ξαναπαίξετε την ίδια αποστολή, κι έτσι μειώνεται ο χρόνος του playthrough μαζί με την ευκαιρία να αποκτήσετε περαιτέρω XP για να βελτιωθείτε. Το απρόσωπο μέρος της επιλογής ενισχύεται από το γεγονός ότι το cutscene της κάθε κεντρικής αποστολής αποτελείται από στατικές εικόνες χωρίς καθόλου animation και -ομολογουμένως καλές- περιγραφές ιστοριών που από την μία θυμίζουν καρτούν και από την άλλη γίνονται τόσο επαναλαμβανόμενες σε βαθμό που φλερτάρετε με το «skip».
Την πρώτη φορά που «φορτώνετε» το παιχνίδι, επιλέγετε αν θέλετε να συνδεθείτε με τον λογαριασμό Bethesda σας, κάτι που θα μπορούσε να γίνεται απλά με έναν κωδικό QR αντί τον κλασικό της συμπλήρωσης γράμμα-γράμμα. Παραβλέποντας αυτήν τη λεπτομέρεια, συνεχίζετε επιλέγοντας έναν από τους τέσσερις ποικιλόμορφους χαρακτήρες: τον πρώην στρατιωτικό Jacob (γνωςτό και ως «the deadeye with an undead eye») με σύντροφο ένα ξεχωριστό κοράκι, τη βιοϊατρικό μηχανικό Layla με τηλεκινητικές ικανότητες, τον κρυπτοζωολόγο Devinder με όπλα που έχει φτιάξει ο ίδιος, και τέλος τη βετεράνο Remi de la Rosa που μαζί με το πιστό ρομπότ της, Bribón, είναι αποφασισμένη να πολεμήσει για την απελευθέρωση του νησιού. Ο κάθε ήρωας έρχεται με ένα σύντομο βιογραφικό και μια σειρά από ξεχωριστές ικανότητες. Η Remi αναπληρώνει τη ζωή των συντρόφων της, ο Devinder τηλεμεταφέρεται με beacons, το κοράκι του Jacob εντοπίζει εχθρούς, και η Layla καλεί τον… πρώην της για βοήθεια με την ικανότητα «vampire ex-boyfriend». Τα ταλέντα του skill tree ποικίλλουν και αναβαθμίζουν τις δυνάμεις σας με την πάροδο του χρόνου, ωστόσο τα ταλέντα που προσφέρουν «bonus σε ομάδα» δίνουν την εντύπωση (ή απλά υπενθυμίζουν, ίσως;) ότι το παιχνίδι φτιάχτηκε με το μυαλό στο multiplayer και όχι τόσο ως solo εμπειρία.
Αφού επιλέξετε ήρωα, στη συνέχεια διαλέγετε το επίπεδο δυσκολίας (το οποίο όπως θα δούμε παρακάτω λίγη σημασία έχει). Αμέσως μετά έρχεται η ώρα επιλογής host/play παιχνιδιού με φίλους. Εφόσον δεν υπάρχει επιλογή matchmaking με αγνώστους ή τυχαίους παίκτες, το παιχνίδι ως multiplayer παίζεται αποκλειστικά με φίλους που το έχουν, διαφορετικά παίζεται solo.
Ο χειρισμός είναι FPS πρώτου προσώπου με γενικό σας στόχο να εξολοθρεύετε τους εχθρούς, που αποτελούνται από ανθρώπους με βασικό οπλισμό και -πολύ δυνατότερους- ιπτάμενους βρικόλακες που σκοτώνονται μόνο αν τους φέρετε ένα τελειωτικό χτύπημα με ειδικά όπλα. Αν πχ μείνετε από σφαίρες στο κατάλληλα εξοπλισμένο τουφέκι, πρέπει να αλλάξετε σε κάτι άλλο, όπως ένα πιστόλι, μέχρι να ακινητοποιήσετε το ιπτάμενο φρικιό και να αλλάξετε πίσω στο τουφέκι ώστε να το διαπεράσετε και να εξαφανιστεί. Κάτι σαν το προαιρετικό glory kill του Doom, αλλά σε υποχρεωτικό βαθμό. Από την άλλη, η δική σας ζωή αναπληρώνεται μέσω ικανοτήτων, health kits, φαγητού και νερού. Έχετε μαζί σας περιορισμένο αριθμό από health kits, ενώ καταναλώνετε φαγητό και νερό απεριόριστα, ακόμα και αν η ζωή σας είναι γεμάτη. Όταν πεθαίνετε το παιχνίδι απλά σας επιστρέφει στο πλησιέστερο καταφύγιο. Ακόμη και αν παίζετε solo, η εξέλιξη του παιχνιδιού δεν σταματάει σε κάποιο μενού, οπότε δεν υπάρχει χρόνος για αλλαγή εξοπλισμού, ανάγνωσης ή οποιασδήποτε τέτοιας πολυτέλειας τη στιγμή της μάχης. Οφείλετε να είστε προετοιμασμένος από πριν. Επιπλέον, η κάλυψη πίσω από αυτοκίνητα και άλλα σημεία προστατεύει από σφαίρες, αλλά όχι από melee επιθέσεις τις οποίες μπορείτε να αποφύγετε μόνο με κίνηση.
Μια από τις φανερές αδυναμίες του παιχνιδιού είναι ο άδειος του κόσμος. Εκτός της βάσης, με τους μόνιμους συντρόφους σας (που δεν είναι διατιθέμενοι να το κουνήσουν από εκεί) άλλοι επιζήσαντες εμφανίζονται μόνο κατά καιρούς στα καταφύγια με ελάχιστη έως καθόλου αλληλεπίδραση. Η πόλη αποτελείται από παρατημένα σπίτια, διαλυμένα αυτοκίνητα, άδεια πάρκα και ένα γενικό περιβάλλον εγκατάλειψης, που όμως δεν προκαλεί τόσο την αίσθηση του κινδύνου όσο δίνει την εντύπωση του περιορισμένου περιεχομένου του παιχνιδιού. Στο έρημο Redfall ψάχνετε διαλυμένα αμάξια για σφαίρες και σπάνια όπλα, μπαίνετε σε σπίτια, βρίσκετε τυχαία αντικείμενα -από αναπτήρες και αντιασφυξιογόνες μάσκες μέχρι χλωρίνη και χαρτιά- για να αποκτήσετε άμεσα χρήματα, χωρίς να χρειαστεί να επιστρέψετε στη βάση για να τα πουλήσετε. Τα χρήματα αυτά τα ξοδεύετε στις βάσεις για να ανεφοδιαστείτε με health kits, σφαίρες και εργαλεία. Ο τρόπος που προσεγγίζετε τις αποστολές είναι στο χέρι σας, όπως το να μπείτε κατευθείαν μέσα στο γκαράζ, να σκαρφαλώσετε για να μπείτε από τη στέγη ή να διαρρήξετε την κλειδαριά της πίσω πόρτας. Ωστόσο, τις περισσότερες φορές η γρηγορότερη και αποτελεσματικότερη μέθοδος είναι η κατά μέτωπο επίθεση και αυτό διότι η νοημοσύνη των εχθρών είναι αρκετά χαμηλή.
Οι εχθροί συμπεριφέρονται περίεργα ανεξάρτητα από τον βαθμό δυσκολίας. Μπορεί να τρέξουν κατά πάνω σας χωρίς να επιτεθούν, ακόμη και αν τους πυροβολείτε από απόσταση δέκα μέτρων. Άλλες φορές απλά στέκονται ακίνητοι ή δίπλα σε αντικείμενα που εκρήγνυνται, τα οποία παρεμπιπτόντως ξεχωρίζουν με ένα κόκκινο πλαίσιο που σημαίνει ότι αν τα πυροβολήσετε θα σκάσουν εντυπωσιακά. Όσο για τους ιπτάμενους βρικόλακες, σας αγνοούν όταν «φορτίζουν» σχεδόν σαν κοιμισμένοι, κι έτσι αν συρθείτε δίπλα τους δίχως να ακουμπήσετε τις ακτίνες «φόρτισής» τους τότε μπορείτε να τους προσπεράσετε ανενόχλητος, χωρίς να σας επιτεθούν. Αυτή η πρακτική είναι ιδιαίτερα χρήσιμη στις φωλιές τους, τις οποίες πρέπει να καταστρέψετε για να μειώσετε την επιρροή τους στην περιοχή. Κάθε φωλιά είναι γεμάτη από βαμπίρ αλλά και χρήσιμα αντικείμενα.
Υπάρχουν δεκάδες όπλα να συλλέξετε, τα οποία χωρίζονται σε ορισμένες βασικές κατηγορίες, όπως πιστόλια, τουφέκια και εκείνα με ακτίνες υπεριώδους ακτινοβολίας που απολιθώνει τα αιμοδιψή τέρατα. Το πιστόλι φωτοβολίδων ρίχνει βλήματα που αναφλέγονται κατά την πρόσκρουση, προκαλεί ικανοποιητική ζημιά για τα επόμενα δευτερόλεπτα, αποσπάει την προσοχή και εξαφανίζει τα βαμπίρ χωρίς να χρειαστεί να τα διαπεράσετε από κοντά. Το inventory χωράει έναν μεγάλο αριθμό όπλων που μπορείτε να καταστρέψετε στη στιγμή για χρήματα ή να προσαρμόσετε το χρώμα και την εμφάνισή τους. Ο μικρός χάρτης χρησιμεύει στα απαραίτητα, όπως το να δείτε πού βρίσκεστε εκείνη τη στιγμή, τα σημεία ενδιαφέροντος και να κάνετε fast-travel σε ιστορικά σημεία ή κρησφύγετα αφού πρώτα τα ανακαλύψετε. Αν, πάλι, παίζετε με φίλους, τότε μπορείτε να ορίσετε σημεία στον χάρτη για τη διευκόλυνσή τους. Ορισμένες φορές, τα σημεία ενδιαφέροντος που εμφανίζονται στην οθόνη είναι περισσότερα από όσα χρειάζεται και μάλλον μπερδεύουν αντί να διευκολύνουν.
Τα γραφικά είναι σχεδιασμένα με έντονα χρώματα, με τα ρεαλιστικά περιβάλλοντα της άλλοτε φιλήσυχης πόλης να είναι πιο όμορφα από τα μεταφυσικά που βλέπουμε σε μέρη όπως οι φωλιές των βαμπίρ. Από τη μία έχουμε το κλασικό σκηνικό μιας αμερικανικής επαρχιακής πόλης, με τα χαμηλά σπίτια, τα αυτοκίνητα στο πάρκινγκ και τον κινηματογράφο της γειτονιάς, ενώ από την άλλη έχουμε το ίδιο περιβάλλον με κάποιες αλλαγές όπως μια χαμηλή κόκκινη ομίχλη, υπερβολικά χρώματα και πτώματα που εξαφανίζονται. Οι σκιές πέφτουν ωραία στα όπλα και οι λεπτομέρειες που εξιστορούν ιστορίες των κατοίκων αξίζουν αναφοράς, όμως τα γραφικά στο σύνολό τους θυμίζουν παλαιότερες εποχές. Ακόμη χειρότερα, στο Xbox Series X προκύπτουν frame drops, όπως όταν σκοτώνετε κάποιον πολύ γρήγορο εχθρό, κάτι που δεν θα έπρεπε να συμβαίνει σε καμία περίπτωση
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου