Weird West, ένα dark fantasy, top-down, action cRPG


 
Το πάθος μου για την Άγρια Δύση άναψε όταν πολλά χρόνια πριν, στην τρυφερή ηλικία των 12, είδα για πρώτη φορά την επιτομή του ωμού, αμοραλιστικού western – αναφέρομαι φυσικά στο The Wild Bunch του μεγάλου Sam Peckinpah. Έκτοτε πέρασε καιρός πολύς, η σχετική εμμονή ωστόσο καλά κρατεί, καθώς δεν περνάει μήνας που δεν θα δω έστω και μια ταινία που διαδραματίζεται στο Old West, σύγχρονη ή παλαιότερη. Όταν, λοιπόν, έπεσε το μάτι μου πάνω στο Weird West, ένα dark fantasy, top-down, action cRPG με έμφαση στην αφήγηση και τις επιλογές που την επηρεάζουν, δεν μπορούσα παρά να μην ενθουσιαστώ. Η WolfEye Studios, ιδρυτικό μέλος της οποίας είναι ο Raphael Colantonio (Arkane Studios), έκανε ότι μπορούσε για να σμιλέψει μια επική περιπέτεια, σπασμένη σε πέντε κεφάλαια, και δομημένη με τέτοιον τρόπο που η εξέλιξή της επηρεάζεται σφόδρα από τις επιλογές του παίκτη.

Το κάθε κεφάλαιο αφηγείται την ιστορία ενός διαφορετικού ήρωα (The Bounty Hunter, The Pigman, The Protector, The Werewolf, The Oneirist). Αρχικά οι ιστορίες μοιάζουν περισσότερο με ανθολογία, προς το τέλος όμως τα αφηγηματικά μονοπάτια συναντώνται και καταλήγουν σε μια ενιαία ολοκλήρωση. Στην πρώτη ιστορία, μπαίνετε στις μπότες μιας πρώην κυνηγού επικηρυγμένων, η οποία αναγκάζεται να πάρει τα όπλα μετά από μια επίθεση κατά της οικογένειάς της, με τραγική κατάληξη. Σύντομα συνειδητοποιείτε πως δεν πρόκειται για μια συνηθισμένη περιπέτεια εκδίκησης, αλλά για ένα κράμα παραδοσιακής Wild West αφήγησης με έντονες υπερφυσικές προεκτάσεις. Ως Pigman, βιώνετε την ιστορία ενός καταραμένου πλάσματος, ενός τέρατος που ζει σε έναν κόσμο που τον αποστρέφεται, και καλείστε να ξετυλίξετε το κουβάρι του παρελθόντος σας. Ως Protector, αναλαμβάνετε τον ρόλο ενός ινδιάνου, μέλος της φατρίας Lost Fire Nation, κι ακολουθείτε τα χνάρια ενός ορκισμένου εχθρού. Στην τέταρτη ιστορία, αυτή του Werewolf, βρίσκεστε μεταξύ σφύρας και άκμονος, καθώς καλείστε να επιλέξετε μεταξύ της φατρίας που υπηρετείτε και των πολέμιων αυτής, αφού πρώτα αποκαλύψετε τα μυστικά της πρώτης και ζυγίσετε τις προθέσεις της δεύτερης. Τέλος, ως Oneirist, ξεκινάτε ως νεοφώτιστο μέλος της ομώνυμης σέκτας και είναι εδώ που τα μονοπάτια των ιστοριών συναντώνται και καλείστε να λάβετε αποφάσεις που θα καθορίσουν τη μοίρα του κόσμου.

Οι παραπάνω ιστορίες ευδοκιμούν εντός ενός λεπτομερώς σμιλεμένου κόσμου που συνδυάζει την παλιά καλή Άγρια Δύση με το υπερφυσικό dark fantasy στοιχείο. Διαφορετικές πόλεις, φατρίες που ανταγωνίζονται η μία την άλλη, μπόλικη μαύρη μαγεία, υπερφυσικά πλάσματα, αλλά και κλασσικοί, “γήινοι” εχθροί και φίλοι, που θα περίμενε κανείς να συναντήσει σε ένα τέτοιο σκηνικό. Η κάθε ιστορία διαπνέεται κι από ένα κεντρικό δίλημμα (εγκράτεια ή απληστία, εκδίκηση ή συγχώρεση, μηδενισμός ή υπαρξισμός κοκ), το οποίο μεταφράζεται στις επιλογές που κάνετε. Πέραν αυτών των κεντρικών επιλογών, το παιχνίδι σας προσφέρει άπλετες ελευθερίες ως πως τον τρόπο που θα προχωρήσετε την ιστορία. Εάν θέλετε να γίνετε ο φόβος και ο τρόμος της Άγριας Δύσης, σκοτώνοντας πχ τους κατοίκους μιας ολόκληρης πόλης, συμπεριλαμβανομένων και των AI χαρακτήρων που αποτελούν κομμάτι της κεντρικής αφήγησης, είστε ελεύθεροι να το κάνετε. Και θα γευτείτε, βεβαίως, τις ανάλογες συνέπειες. Όλα τα παραπάνω συνθέτουν ένα λεπτομερές και άκρως θελκτικό μωσαϊκό που, παρέα με τους καλογραμμένους διαλόγους και τα ενημερωτικά κείμενα, αναμφίβολα αποτελούν τον θεμέλιο λίθο του Weird West.

Και κάπου εδώ, δυστυχώς, το πράγμα αρχίζει και στραβώνει. Το gameplay του Weird West ξεκινά πολλά υποσχόμενο. Σε πρώτη φάση έχετε να επιλέξετε ανάμεσα στα βασικά σας όπλα (εξάσφαιρο, shotgun, rifle κλπ). Σε αυτά έρχονται να προστεθούν βασικές ικανότητες, όπως jump, dodge, crouch κλπ. Ξεχωρίζει η ικανότητα που σας επιτρέπει να πετάγεστε προς πάσα κατεύθυνση, ενώ πυροβολείτε σε slow motion στον αέρα, αλα Max Payne. Έπειτα, ο κάθε χαρακτήρας έχει abilities προς αναβάθμιση, ορισμένα εκ των οποίων είναι ίδια για όλους και αφορούν την περαιτέρω επέκταση των ικανοτήτων που αντιστοιχούν στο κάθε όπλο. Τα special abilities από την άλλη είναι ξεχωριστά για κάθε ήρωα (τέσσερα για τον καθένα): για παράδειγμα, ο Potector μπορεί να κάνει summon μια αρκούδα ή να δημιουργήσει έναν ανεμοστρόβιλο που θα σακατέψει τους εχθρούς του – από την άλλη, ο Pigman μπορεί να κάνει charge στους εχθρούς του, συνθλίβοντας τα πάντα στο πέρασμά του. Τα παραπάνω αναβαθμίζονται μέσω των “nimp relics” που συλλέγετε κατά τις περιηγήσεις σας.

Κάθε φορά που ξεκινάτε ένα καινούριο journey, όλα τα abilities που αναβαθμίσατε στον προηγούμενο χαρακτήρα σας, μηδενίζονται. Ωστόσο, στις κατοπινές ιστορίες έχετε τη δυνατότητα να στρατολογήσετε (εν είδει companion/συμμάχου) τους εν λόγω χαρακτήρες, οι οποίοι κουβαλάνε σαφώς τις αναβαθμίσεις που είχατε κάνει. Εν αντιθέσει με τα abilities, τα perks που αναβαθμίζετε “περνάνε” και στους επόμενους χαρακτήρες και είναι δεκατρία στον αριθμό. Τα perks στην ουσία ενισχύουν τον χαρακτήρα σας (όπως και τους επόμενους), αυξάνοντας πχ to fire rate κατά τη διάρκεια της αποφυγής, την ταχύτητα με την οποία κινείστε ενώ είστε σκυμμένος, το άλμα σας και το damage που τρώτε από την κάθε πτώση κτλ. Τέλος, σας δίνεται η δυνατότητα αναβάθμισης του εξοπλισμού σας. Πιο συγκεκριμένα, χρησιμοποιώντας τους πόρους που βρίσκετε στον κόσμο (δέρμα ζώων, μεταλλεύματα κτλ), και με βάση την ποιότητα των εν λόγω πόρων, αναβαθμίζετε τα όπλα και το armor σας. Ή, για να γλιτώσετε τον κόπο, μπορείτε να διαρρήξετε τα σχετικά καταστήματα και να κλέψετε τον καλύτερο εξοπλισμό. Γεγονός που μας φέρνει στον πυρήνα του gameplay, που είναι σαφώς οι μάχες (ή η αποφυγή τους).

Όπως και με τις επιλογές που κάνετε στα της ιστορίας, έτσι και στο core gameplay, έχετε άπλετη ελευθερία ως προς τον τρόπο που θα προσεγγίσετε τον εχθρό. Έχετε την επιλογή του stealth, όπου μπορείτε να παρακάμψετε μερικούς εχθρούς ή να τους βγάλετε εκτός μάχης αθόρυβα. Από την άλλη, μπορείτε κάλλιστα να το παίξετε Charles Bronson και να τους αντιμετωπίσετε στα ίσα. Το περιβάλλον προσφέρεται προς εκμετάλλευση, καθώς υπάρχουν λάμπες πετρελαίου να πυροβολήσετε και να βάλετε φωτιά στους εχθρούς σας, βαρέλια γεμάτα μπαρούτι κτλ. Πέραν τον βασικών σας όπλων και των special abilities, μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και άλλα items, όπως εκρηκτικά, ή ακόμη και να το γυρίσετε σε melee build. Εν αντιθέσει με τα περισσότερα top-down CRPG, η μάχη του Weird West είναι σε πραγματικό χρόνο. Τέλος, αξίζει να αναφερθεί πως υπάρχει ένα αρκετά λειτουργικό crime system. Εάν πχ μπείτε σε μια πόλη, σκοτώσετε κάποιον και φύγετε κατόπιν, οι κάτοικοι θα καταλάβουν πως εσείς ήσασταν που διαπράξατε τον φόνο. Εφόσον, λοιπόν, θέλετε να αποφύγετε τις συνέπειες, πρέπει να οργανώσετε τον φόνο και να τον εκτελέσετε στα μουλωχτά.

Όλα αυτά φαντάζουν ιδανικά στα χαρτιά. Στην πράξη ωστόσο το πράγμα “μπάζει”. Κατ’ αρχάς, το ίδιο το shooting system είναι άχαρο κι αδέξιο. Στην αρχή πίστεψα πως είναι θέμα συνήθειας – 20 ώρες μετά, και το shooting παρέμεινε απογοητευτικό. Η ισομετρική προοπτική δε βοηθά καθόλου, καθώς δεν αξιοποιείται όπως θα έπρεπε. Επιπλέον, όλα αυτά τα special abilities που αναφέρθηκαν πιο πάνω, και που υποτίθεται θα έδιναν διαφορετική χροιά στο gameplay του κάθε ήρωα, στην πραγματικότητα δεν εξυπηρετούν κανένα σκοπό, καθώς σπάνια θα χρειαστεί να τα χρησιμοποιήσετε. Σύντομα πιάνετε τον εαυτό σας να επανέρχεται επανειλημμένως στην πολύ περιορισμένη αρχική gameplay λούπα, δίχως πολλά περιθώρια για διαφοροποίηση. Σε αυτό δεν βοηθάει καθόλου ο stealth μηχανισμός, ο οποίος είναι δυστυχώς υποτυπώδης και κακοστημένος. Συνεπώς, εκείνο που στην αρχή φαντάζει ιδανικό και υποσχόμενο, στην πορεία αποδεικνύεται ρηχό, άχρωμο, κι επαναλαμβανόμενο. Μοναδικές φωτεινές εξαιρέσεις, η ελευθερία που σας δίνεται στις επιλογές προσέγγισης, η διαδραστικότητα του περιβάλλοντος, όπως και το crime/reputation system, που σας ωθούν καμιά φορά προς μια πιο ενδιαφέρουσα κατεύθυνση. Κατά τα άλλα, το gameplay του Weird West κρίνεται κατά την ταπεινή μου άποψη, μέτριο.

Η περιήγησή σας στον κόσμο γίνεται μέσω ενός world map. Εκεί βρίσκετε περιοχές που έχετε ξεκλειδώσει και που κατόπιν μπορείτε να επισκεφτείτε. Οι περιοχές ποικίλουν, από διάφορες πόλεις, μέχρι ορυχεία, σπηλιές και φαράγγια. Ο σχεδιασμός τους είναι καλομελετημένος κι η διαφοροποίηση που προσφέρουν ικανοποιητική. Τα quests χωρίζονται, ως είθισται, σε main και side, ορισμένα εκ των οποίων είναι αξιομνημόνευτα. Τέλος, υπάρχει στο παιχνίδι και σύστημα bounty hunting, που είναι ακριβώς αυτό που φαντάζεστε. Λόγω της επαναληψιμότητάς του δεν καταφέρνει δυστυχώς να ξεχωρίσει και βυθίζεται κι αυτό στην μετριότητα (αν και παραμένει πολύ καλός τρόπος για να βγάλετε λεφτά).

Τα γραφικά του Weird West θυμίζουν έντονα graphic novel. Το αποτέλεσμα κρίνεται ικανοποιητικό, δίχως να εντυπωσιάζει ιδιαίτερα. Αυτό, κατ’ εμέ, οφείλεται κυρίως στο γεγονός πως στερούνται φρεσκάδας και ιδιαίτερης ταυτότητας. Είναι στιλιζαρισμένα και όμορφα στο μάτι, παράλληλα όμως μοιάζουν με αναμασημένη τροφή. Επιπλέον, στα του τεχνικού τομέα, το παιχνίδι έχει κάμποσα bugs εδώ και κει, τίποτα ωστόσο που να χαλά τη συνολική εμπειρία. Τέλος, σε ό,τι αφορά τον ήχο, η αλήθεια είναι πως το παιχνίδι είναι πολύ ατμοσφαιρικό και σε αυτό συνδράμουν τα μεστά ηχητικά εφέ, όπως και η μουσική. Η τελευταία θυμίζει τις συνθέσεις του Morricone (αναμενόμενο νομίζω), με μια, ωστόσο, πιο αργή, μελαγχολική και -σε σημεία- ambient χροιά. Το αποτέλεσμα είναι αν μη τι άλλο ξεχωριστό και απολύτως ταιριαστό με το ηχόχρωμα και την γενικότερη αισθητική του παιχνιδιού

Share on Google Plus

About Freegr network

    Blogger Comment
    Facebook Comment

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου