Full Throttle, Grim Fandango. Ονόματα βαριά σαν ιστορία. Το Full Throttle με σημάδεψε ως το πρώτο adventure που έπαιξα και λάτρεψα, το Grim Fandango σημάδεψε τον κόσμο όλο ως ένα εκπληκτικά σχεδιασμένο και μοναδικό παιχνίδι που αδικήθηκε τον κακό καιρό των adventures (βλ. Μεσαίωνας των adventure games). Τι κοινό έχουν τα παραπάνω δύο; Μα τον σχεδιαστή τους, Tim Schafer, ο οποίος πρόσφατα μας έδωσε και το αξιόλογο Broken Age.
Το πρώτο Psychonauts υπήρξε το 2005 το ντεμπούτο της Double Fine Productions, που ίδρυσε ο Schafer μαζί με άλλους συναδέλφους μετά την αποχώρησή τους από την LucasArts (R.I.P.). Ένα platformer με στοιχεία που θύμιζαν τα adventure του Schafer που τόσο αγαπήθηκαν. Χαρακτήρες, διάλογοι, gameplay, αλλά και ο συνολικός κόσμος των psychonauts είχαν κάτι από όλα τα προαναφερθέντα. Ομολογώ, όμως, ότι ποτέ δεν ολοκλήρωσα το Psychonauts. Το είχα ξεκινήσει μία εποχή στο Xbox, αλλά για λόγους που ούτε καν θυμάμαι πλέον, έμεινε στον αέρα η προσπάθεια. Έτσι ποτέ δεν έμαθα πώς εξελίσσεται και κυρίως πώς τελειώνει η ιστορία του. Πράγμα σχετικά σημαντικό, καθώς το Psychonauts in the Rhombus of Ruin για το PSVR συνδέεται με το Psychonauts και προετοιμάζει το έδαφος για το επερχόμενο Psychonauts 2, συνεχίζοντας από εκείνο ακριβώς το σημείο στο οποίο τελειώνει η ιστορία του πρώτου.
Για να θυμηθούμε λίγο την βασική υπόθεση, πρωταγωνιστής στο πρώτο Psychonauts είναι ο Razputin (Raz για συντομία), ένα παιδί με ειδικές τηλεπαθητικές ικανότητες που αποφασίζει κρυφά από τους γονείς του να πάει σε μία κατασκήνωση που ειδικεύεται σε άτομα με αυτές τις δυνατότητες. Εκεί γνωρίζει διάφορους χαρακτήρες, μεταξύ των οποίων τον δρ. Sasha Nein, την γοητευτική Milla Vodello, τον ομαδάρχη Morceau Oleander και την Lili, κόρη του αρχηγού των Psychonauts, Truman Zanotto, την οποία και ερωτεύεται. Μετά από πολλές περιπέτειες και αφού ο Raz περάσει από διάφορες πίστες, γίνεται η καθιερωμένη τελετή λήξης της κατασκήνωσης κατά την οποία ανακαλύπτουν ότι ο πατέρας της Lili έχει απαχθεί. Εκεί τελειώνει το πρώτο Psychonauts και ακριβώς σε αυτό το σημείο ξεκινάει το Psychonauts in the Rhombus of Ruin.
Το σενάριο σαν υπόθεση δεν έχει κάτι το ιδιαίτερο. Σκοπός σας, ως Raz, είναι με τη βοήθεια των υπόλοιπων psychonauts να εντοπίσετε και να σώσετε τον Truman Zanotto, κάτι το οποίο αποδεικνύεται πιο δύσκολο από όσο φαντάζεστε (εντάξει ίσως όχι και τόσο δύσκολο). Η ιστορία μπορεί να μην ακούγεται συναρπαστική, όμως οι διάλογοι και οι μονόλογοι των χαρακτήρων του παιχνιδιού είναι κάτι παραπάνω από απολαυστικοί. Δε θα ήθελα να πω περισσότερα, όχι απαραίτητα γιατί υπάρχει κάποιο σπόιλερ, αλλά για να σας αφήσω να ενθουσιαστείτε και εσείς με τη σειρά σας όταν ανακαλύψετε πόσο πολύ σας είχαν λείψει διάλογοι σαν αυτούς στο Psychonauts in the Rhombus of Ruin. Από την εποχή του Grim Fandango είχα να ευχαριστηθώ τόσο. Ό,τι ακούτε και ό,τι γράφεται μπροστά στα μάτια σας (καθώς μιλάμε για VR) διακρίνεται από τόσο καλόγουστο και λεπτό χιούμορ, χωρίς να γίνεται πότε κουραστικό. Χωρίς να είναι απαραίτητο να έχετε παίξει το πρώτο παιχνίδι, θεωρώ ότι θα βοηθούσε για να γνωρίζετε ήδη τους χαρακτήρες που εμφανίζονται. Εγώ μια φορά θα το ξεκινήσω άμεσα, έχω τόσο πολύ πορωθεί με τον κόσμο του Psychonauts που δε νοείται να μην έχω ολοκληρώσει το πρώτο.
Καί VR καί adventure. Η έκστασή μου πρέπει να χτύπησε κόκκινο όταν πρωτοάκουσα για το Psychonauts in the Rhombus of Ruin. Η έκσταση όμως έγινε σύντομα απογοήτευση όταν πρωτοείδα το gameplay τρέιλερ που έβγαλε η Double Fine. Στο τρέιλερ φαινόταν ένας Raz ακίνητος στην καρέκλα του, να μην μπορεί να κινηθεί φυσικά στον χώρο και να χρησιμοποιεί τις τηλεπαθητικές του ικανότητες για να εισέρχεται στα μυαλά των υπόλοιπων psychonauts agents και να περιεργάζεται μέσα από τα μάτια τους την γύρω περιοχή. Μου φάνηκε τόσο απαράδεκτος αυτός ο χειρισμός που αμέσως και με την εξαιρετική υπομονή που με χαρακτηρίζει άρχισα να κατηγορώ τον Schafer και να προετοιμάζομαι για την “καταστροφή” του PSVR. Πόσο άδικο είχα, μα πόσο άδικο. Ο χειρισμός όχι μόνο δεν είναι κακός, αλλά είναι ξεκάθαρα ένα point and click σύστημα τόσο ωραία προσαρμοσμένο στο PSVR που πιστεύω θα χρησιμοποιηθεί σαν υπόδειγμα από άλλα VR adventures (αν βέβαια δούμε άλλα τέτοια).
Από την αρχή του παιχνιδιού, έχετε στην διάθεσή σας όλες τις τηλεπαθητικές ικανότητες ενός psychonaut. Αυτές περιλαμβάνουν την παραπάνω νοητική σύνδεση με τα περισσότερα έμψυχα όντα -μικρά και μεγάλα- καθώς και άλλες τρεις: με τηλεκίνηση μπορείτε να μετακινείτε αντικείμενα, με πυροκίνηση να βάζετε φωτιά σε αντικείμενα, ενώ τέλος μπορείτε να εκτοξεύετε μία ακτίνα που μπορεί είτε να καταστρέψει κάτι ή να το πετάξει με δύναμη μακριά. Όλες αυτές τις ικανότητες τις εκτελείτε με τον συνδυασμό του PSVR και του DualShock. Με το πρώτο εντοπίζετε και “ενεργοποιείτε” το στόχο, ενώ με το δεύτερο εκτελείτε πάνω στο στόχο μία από τις προαναφερθείσες δυνάμεις. Μετά το πρώτο κεφάλαιο του παιχνιδιού τις δυνάμεις αυτές τις χάνετε, με εξαίρεση της μετακίνησης μέσω τηλεπάθειας, και τις μαζεύετε σιγά σιγά καθώς προχωράτε στην ιστορία. Με αυτά τα “όπλα” στα χέρια σας, ή μάλλον στο μυαλό σας, κινείστε στο χώρο, περιεργάζεστε τις τοποθεσίες και λύνετε τους διάφορους γρίφους. Οι οποίοι γρίφοι κυμαίνονται από πρωτότυποι μέχρι και εντελώς απλοί. Μπορεί να χρειαστεί να σκεφτείτε, να συδυάσετε αντικείμενα, αλλά μπορεί απλά να χρειαστεί να πατήσετε ένα κουμπί. Δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση για adventure που ακονίζει το μυαλό σας, αλλά ούτε και για interactive ταινία. Οι γρίφοι είναι αρκούντως απλοί, ώστε να απολαύσετε τον υπέροχο κόσμο γύρω σας χωρίς να κολλήσετε σε ένα σημείο και να χτυπήσουν κόκκινο τα νεύρα σας.
Μοναδικό, αλλά κατανοητά σημαντικό, αρνητικό του Psychonauts in the Rhombus of Ruin είναι η μικρή διάρκειά του, πράγμα το οποίο τείνει να καθιερωθεί στα VR παιχνίδια. Θεωρητικά η διάρκεια κυμαίνεται γύρω στις τρεις ώρες. Προσωπικά, όπως και σας προτείνω να κάνετε άλλωστε, ως adventurάς από γεννησιμιού μου, περιεργάστηκα οτιδήποτε υπήρχε γύρω μου, έπαιξα έντονα με την τηλεκίνηση (μα είναι τόσο υπέροχο να νιώθετε λες και όντως κινείτε τα αντικείμενα γύρω σας - η μαγεία του VR), “μπήκα” σε όλους τους χαρακτήρες, χάζεψα και απόλαυσα όλους τους χώρους, και τελικά έφτασα σχεδον τις πέντε ώρες. Και πάλι, όμως , δεν αρκεί. Όχι μόνο ψυχολογικά -ότι δηλαδή αγοράζετε ένα μικρό παιχνίδι- αλλά και πρακτικά γιατί είστε τόσο μέσα στον κόσμο του και τον έχετε τόσο ερωτευτεί και ξαφνικά όπως αρχίζει έτσι και τελειώνει. Και θέλετε και άλλο.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου