Τα ίδια και τα ίδια ξανά. Είναι η κινηματογραφικότητα μία σωστή προσέγγιση για τα παιχνίδια; Και αν ναι, πώς συνδυάζεται με αυτό που ορίζει το ίδιο το μέσο, δηλαδή τη διαδραστικότητα; Ερωτήματα που δεν έχουν απαντηθεί και όσο βγαίνουν παιχνίδια όπως το The Order: 1886, που δε δίνουν καταληκτική απάντηση, θα γίνονται συζητήσεις επί των συζητήσεων σχετικά. Το θέμα δεν είναι πως το The Order είναι ένα εν γένει κακό παιχνίδι. Αποτυγχάνει όμως να παντρέψει ουσιαστικά και πραγματικά τις δύο αυτές έννοιες.
Το παιχνίδι σας τοποθετεί στο Λονδίνο της βικτωριανής εποχής. Όχι όμως όπως την ξέρουμε από τα ιστορικά κείμενα μα αλλιώς. Εδώ επικρατεί μια steampunk αισθητική, με τον ατμό να έχει κάνει το θαύμα του και να έχει δώσει στην τεχνολογία μία πολύ πρόωρη ανάπτυξη. Αερόπλοια στον ουρανό του Λονδίνου, προηγμένες συσκευές επικοινωνίας και, γενικά, μια κατάσταση που θυμίζει έντονα επιστημονική φαντασία αυτού του είδους. Αναλαμβάνετε το ρόλο ενός ιππότη της στρογγυλής τραπέζης, δηλαδή του Order, ονόματι Sir Galahad. Αυτός, μαζί με τους συντρόφους του, πρέπει να αντιμετωπίσει ό,τι διαταράσσει την ισορροπία της κοινωνίας και το αδιάβλητο του στέμματος - εν προκειμένω, μία εξέγερση επαναστατών καθόλα ύποπτη, αφού όπου υπάρχουν κινήσεις τους εμφανίζονται και λυκάνθρωποι. Ναι, το The Order είναι από εκείνα τα παιχνίδια που μπλέκουν στο σενάριο τα πάντα. Από την επιστημονική φαντασία μέχρι τους χιλιοειπωμένους, φολκλόρ θρύλους, όλα ένα τεράστιο κουβάρι.
Ευτυχώς το παιχνίδι δεν ξεκινά από το μηδέν. Δεν ξοδεύει χρόνο εξηγώντας πώς εμφανίζονται οι λυκάνθρωποι (και άλλα παραφυσικά πλάσματα) στον κόσμο του, τα εισάγει απλά ως κάτι το κανονικό. Αντίστοιχα, δεν ζητάει από τον παίκτη να ξέρει από την αρχή πως λειτουργεί το Τάγμα, του το εξηγεί σιγά σιγά κατά τη διάρκεια της περιπέτειας. Για παράδειγμα, βλέπετε τους ιππότες να καταναλώνουν ένα υγρό, κάθε φορά που έχουν πληγωθεί θανάσιμα. Αργότερα μαθαίνετε πως αυτό ονομάζεται grail και χαρίζει στους ιππότες αθανασία και άμεση επούλωση των τραυμάτων. Tο θαυματουργό αυτό υγρό είναι ελαφρώς προβληματικό αφού χρησιμοποιείται με το παραμικρό, αποτελεί όμως ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Αυτά είναι τα καλά του σεναρίου. Δυστυχώς τα προβληματικά σημεία είναι άκρως περισσότερα. Για τίτλο που βασίζεται τόσο πολύ στην κινηματογραφικότητα, το σενάριο είναι απλά απογοητευτικό. Προβλέψιμο, κλισέ και δίχως καμία ουσία, αποτυγχάνει παταγωδώς να προσδώσει οποιοδήποτε είδος σοβαροφάνειας σε ένα παιχνίδι που φαίνεται πως παίρνει τον εαυτό του πάρα πολύ σοβαρά. Είχα γράψει κάποια παραδείγματα, αλλά λόγω spoilers αποφάσισα να μην τα συμπεριλάβω στο κείμενο. Θα τα δείτε μόνοι σας.
Σα να μην έφταναν όλα αυτά, ακόμα και η steampunk αισθητική γίνεται πολύ γρήγορα απλά μια δικαιολογία για να γίνει ο Galahad και η παρέα του μία βικτωριανή μετάλλαξη του Marcus Fenix και άλλων γνωστών υπερστρατιωτών. Τα όπλα που έχουν οι ιππότες (και οι εχθροί τους βέβαια) είναι ως επί το πλείστον αδιάφορα ρεβόλβερ, αυτόματα και καραμπίνες, με πιο εξωτικές επιλογές, γνήσια τέκνα steampunk φαντασίας, να είναι απλά guest star σε συγκεκριμένες σκηνές δράσης. Από την άλλη πλευρά, η όλη τεχνολογική ανάπτυξη (επιστρατεύεται ακόμα και ο Tesla) λειτουργεί ως δικαιολογία για να μπορούν οι ιππότες να μιλούν ασύρματα, να βραχυκυκλώνουν ηλεκτρικές συσκευές, δηλαδή λειτουργίες που βλέπουμε σε πολλά άλλα παιχνίδια. Το The Order φαίνεται να μην έχει ιδέα πώς να εκμεταλλευτεί την όλη κληρονομιά του είδους αυτού και καταλήγει πολύ γρήγορα να είναι ένα shooter όπως όλα τ’ άλλα.
Είναι μία κατάσταση που δε βοηθά καθόλου το παιχνίδι. Όχι πως είναι από μόνη της καταδικαστέα, η έλλειψη αυτή όμως της διαφορετικότητας κάνει πολύ κακό συνδυασμό με το γεγονός πως τον περισσότερο χρόνο τον ξοδεύετε... βλέποντας παρά κάνοντας κάτι. Πράγματι, υπάρχουν πολλές περισσότερες (και με μεγάλη διάρκεια) κινηματογραφικές σκηνές ή quick time events, όπου πατάτε κάποια πλήκτρα που εμφανίζονται στην οθόνη, απ’ότι σκηνές καθαρής δράσης. Το γεγονός ότι το The Order είναι άρτιο σκηνοθετικά και τεχνικά αντισταθμίζει κάπως την το κακό σενάριο, όμως το παιχνίδι αποτυγχάνει να εκμεταλλευτεί πλήρως τις πολλές σκηνές για να παρουσιάσει κάτι πραγματικά εκπληκτικό. Είναι μια ιστορία ελάχιστα ενδιαφέρουσα, χωρίς σοβαρή ανάπτυξη χαρακτήρων ή έστω στοιχεία που δεν έχουμε δει ξανά και ξανά. Ένα κούφιο blockbuster που δεν καταλήγει πουθενά και στην πορεία αποτυγχάνει να γεμίσει πραγματικά τον παίκτη.
Παραδόξως, στις λίγες σκηνές πραγματικής δράσης το The Order στέκεται αξιοπρεπέστατα. Ναι μεν είναι γραμμικό, πανεύκολο και δεν δίνει καμία ελευθερία στον παίκτη, όμως είναι χορταστικό και ευχάριστο. Τα όπλα έχουν καλή αίσθηση βάρους και ο χειρισμός του Galahad λειτουργεί σωστά. Τα σκηνικά όπου εξελίσσεται το gameplay είναι άκρως τυπικά, με όλα τα αναμενόμενα στοιχεία, όπως η κάλυψη, που επίσης λειτουργούν σωστά. Το πλέον σοβαρό παράπτωμα εδώ είναι η νοημοσύνη των εχθρών που θυμίζει έντονα εποχή... PS2. Οι εχθροί κάνουν πραγματικά ό,τι τους καπνίσει, χωρίς ρεαλιστικές αντιδράσεις ή συμπεριφορές. Τον περισσότερο χρόνο κάθονται απλά στην κάλυψη ή έρχονται κατά πάνω σας, αναλόγως το όπλο που κρατούν. Γενικά το παιχνίδι παραμένει εύκολο καθόλη τη διάρκειά του, αφού, πέραν των εύκολων γενικά αντιπάλων, δεν έχει καθόλου γρίφους ή κάτι αντίστοιχο. Η μόνη δυσκολία εντοπίζεται στις μάχες με τους λυκανθρώπους, οι οποίες βέβαια στηρίζονται περισσότερο σε QTEs παρά σε πραγματικά στρατηγική αντιμετώπιση.
Κατά τ’ άλλα, ανάμεσα στις κινηματογραφικές σκηνές και τη δράση το μόνο που κάνετε είναι να τριγυρνάτε από διάδρομο σε διάδρομο κάπου στο βικτωριανό Λονδίνο. Η γραμμική φύση του παιχνιδιού δε χάνεται ποτέ, ακόμα και στα σημεία όπου μπορείτε να τριγυρνάτε λιγάκι παραπάνω για να βρείτε, συνήθως, κάποιο ηχητικό ντοκουμέντο που έχει να κάνει με τη γενικότερη ιστορία. Είναι όμως μία ευχαρίστηση γιατί το The Order αποτελεί ένα κομψοτέχνημα, τόσο τεχνικά όσο και αισθητικά. Το παιχνίδι αποδίδει άψογα την αίσθηση της βικτωριανής εποχής ή, τουλάχιστον, αυτό που φανταζόμαστε για εκείνη την περίοδο. Οι πλακόστρωτοι δρόμοι του Λονδίνου με τα μυστηριώδη μαγαζιά, τα άθλια σοκάκια, ακόμα και οι υπερπολυτελείς σάλες δείχνουν πως οι καλλιτέχνες του τίτλου έκαναν εξαιρετική δουλειά, ίσως την πιο προσεγμένη που έχουμε δει εδώ και πολλά χρόνια.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου