Είναι πραγματικά απελευθερωτικό και αγχολυτικό να ασχολείσαι πού και πού με κάποιο παιχνίδι μαγικό και προσιτό στην απλότητα του, που δεν επιβαρύνει τον “άρρωστο” για την πλατίνα εγκέφαλό σου που επιτάσσει να ξεκοκαλίσεις κάθε μυστικό και κάθε σκοτεινή γωνιά ενός τεράστιου κόσμου. Το Song of Iron είναι αυτό ακριβώς, μια εντυπωσιακή indie προσπάθεια από έναν και μόνο developer, που θυμίζει τα παλιά, καλά χρόνια όταν ο παράγοντας διασκέδαση ήταν στεγασμένος κάτω από την μινιμάλ επίστρωση των απολύτως απαραίτητων και βασικών ενεργειών.
Ελέγχετε έναν πολεμιστή Βίκινγκ (σας δίνεται η επιλογή να επιλέξετε άντρα ή γυναίκα) ο οποίος μετά από μια δολοφονική επιδρομή στο χωριό του ορκίζεται στην ταφική πυρά της αγαπημένης του να πάρει εκδίκηση. Κρατώντας στα χέρια του ένα μενταγιόν ξεκινάει το ταξίδι του για εξιλέωση, προς αναζήτηση ενός μαγικού βωμού που θα του επιτρέψει να ζητήσει βοήθεια και συνδρομή από τους θεούς. Στην διαδρομή αντιμετωπίζει χίλιους κινδύνους, δοκιμάζονται οι αντοχές του και η αφοσίωσή του και στο φινάλε η ίδια η ύπαρξη ολόκληρης της φυλής του.
Το Song of Iron είναι ένα side-scrolling παιχνίδι παλαιάς κοπής, με γρήγορο ρυθμό και εναλλαγή σκηνικών, που παραμένει συγκεντρωμένο στα βασικά. Χωρίς να εμβαθύνει σε μηχανισμούς που πλατειάζουν την -έτσι και αλλιώς μικρή- διάρκειά του, με μια γρήγορη επεξήγηση των κινήσεων του πρωταγωνιστή στην αρχή σας βάζει κατευθείαν στην δράση. Δεν υπάρχουν χάρτες, μενού και inventory, ειδικές αναλύσεις ζημιάς ή αντοχής του εξοπλισμού σας, ενώ ακόμα και η υγεία σας αναπληρώνεται αυτόματα με τη πάροδο του χρόνου. Η καθαρότητα της σκανδιναβικής φύσης σε όλο της το μεγαλείο με κρυφά διακριτικά health bars, stamina κτλ. Το Song of Iron πολλές φορές μοιάζει με ποτ πουρί χειμωνιάτικου και φθινοπωρινού καμβά, παρά με παιχνίδι.
Σαν ένας Βίκινγκ που σέβεται τον εαυτό του, ξεκινάτε με ένα τσεκούρι για επίθεση και μια ασπίδα για άμυνα αλλά μπορείτε να μαζεύετε και τα διάφορα άλλα όπλα των νικημένων εχθρών και να τα χρησιμοποιήσετε. Η ασπίδα σας αντέχει μερικά χτυπήματα πριν καταστραφεί, οπότε επιβάλλεται να την αντικαθιστάτε συχνά. Παρόλο που υπάρχει μια μικρή ποικιλία όπλων, στην πράξη δεν είναι ορατό αν διαφέρουν στην αποτελεσματικότητά τους οπότε πιθανόν να είναι καθαρά οπτικό το θέμα. Πάντα μαζί έχετε το πιστό σας τόξο το οποίο πρέπει να εξοπλίζετε με βέλη που βρίσκετε διάσπαρτα. Είναι ιδιαίτερα χρήσιμο, αφού βέβαια εξασκήσετε καλά την ικανότητα σας να σημαδεύετε εμπειρικά, καθώς δεν υπάρχει πουθενά καμιά ένδειξη για το πού σημαδεύετε. Πάντως είναι αξιοσημείωτο ότι αν πετύχετε εχθρό στο κεφάλι πεθαίνει ακαριαία ή αν είναι μεγαλόσωμος ακινητοποιείται προσωρινά. Μπορείτε επίσης να κάνετε βουτιές αποφυγής, να κλωτσάτε τον αντίπαλο ρίχνοντάς τον στο έδαφος και να πετάτε σαν μπούμερανγκ το όπλο σας προς πάσα κατεύθυνση.
Κατά την διάρκεια της περιπέτειας αποκτάτε και ικανότητες όπως πχ να δαμάζετε τη φωτιά και τον κεραυνό και να τα χρησιμοποιείτε στα όπλα σας, να τρέχετε γρήγορα ή να χτυπάτε με ορμή το έδαφος. Στην πράξη όμως το σύστημα μάχης, σε συνδυασμό με τον χειρισμό που μερικές φορές δεν έχει και την καλύτερη απόκριση, είναι γενικά ατσούμπαλο και χρειαζόταν οπωσδήποτε περισσότερο φινίρισμα. Δεν είναι αποτρεπτικό για να ασχοληθείτε με το παιχνίδι αλλά σίγουρα δεν το απογειώνει ενώ θα μπορούσε. Αυτό γιατί παρόλο το αξιόλογο ρεπερτόριο κινήσεων που αναλύσαμε παραπάνω, λόγω της ανύπαρκτης νοημοσύνης και της δισδιάστατης περιοριστικής κίνησης στο περιβάλλον, όλα τελικώς εναποτίθενται στο μανιώδες πάτημα κουμπιών μέχρι να πέσει ο εχθρός. Η ποικιλία των εχθρών δεν είναι πολύ μεγάλη, οι κινήσεις τους είναι προβλέψιμες, ενώ τα boss fights είναι ελάχιστα, αλλά όπως προαναφέρθηκε η μόλις δύο-τριών ωρών διάρκεια του παιχνιδιού δεν επιτρέπει παραπάνω πειραματισμούς. Στην ανάπαυλα μεταξύ των μαχών καλείστε να λύσετε κάποιους γρίφους που είναι απλοϊκοί και αφορούν το να ανοίξετε κάποιες πόρτες ενεργοποιώντας διακόπτες ή να κινήσετε μεγάλους βράχους σκαρφαλώνοντας για να βρείτε την έξοδο. Επίσης για την επίλυση κάποιων γρίφων είναι απαραίτητη η χρήση συγκεκριμένων ικανοτήτων του ήρωα που αποκτάτε στην πορεία.
Ο οπτικοακουστικός τομέας σας “αιχμαλωτίζει” από την πρώτη στιγμή, καθώς πρόκειται για πραγματικά εντυπωσιακή δουλειά, ειδικά αν σκεφτείτε ότι το παιχνίδι είναι δημιούργημα ενός μόνο developer. Γήινες αποχρώσεις ταλαιπωρημένων χωμάτων που έχουν δει βία και αίμα, απόκρημνες χιονισμένες βουνοκορφές και υπόγεια σπήλαια γεμάτα τρολ και τέρατα, όλα είναι χάρμα οφθαλμών. Οι φωτοσκιάσεις τόσο του πρωταγωνιστή όταν περπατάει στο σκοτάδι με ένα ημίφως πάνω του, όσο και των εχθρών καθώς ξεπροβάλλουν στο βάθος, είναι προσεγμένες και βγάζουν μια αίσθηση κινδύνου και απειλής. Η μουσική είναι επίσης εξαιρετική, με κέλτικες άριες και επικό ρυθμό, αλλά δεν κάνει τόσο συχνά την εμφάνιση της όσο θα θέλαμε, παρά μόνο σε καίριες στιγμές της ιστορίας του παιχνιδιού.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου