Remnant: From the Ashes review

Τα τελευταία χρόνια περίμενα ένα παιχνίδι που θα μπορούσε να συνδυάσει το στοιχείο του boss rush, όπως το λάτρεψα στο Cuphead, με την αχαλίνωτη δράση των shooters. Γι αυτό και με ενδιέφερε ιδιαίτερα το Remnant: From the Ashes, από τους δημιουργούς των Darksiders, οπότε είχα αρκετές προσδοκίες για έναν τίμιο AAA τίτλο που θα τέσταρε την ικανότητα και την υπομονή μου. Στην αρχή πράγματι το παιχνίδι εντυπωσιάζει, όχι μόνο με το gameplay του, δηλαδή ένα συνεργατικό shooter τρίτου προσώπου με πιστολίδι από Division και με boss fights τύπου Souls, αλλά και με την αισθητική του: τρόμος, γουέστερν, επιστημονική φαντασία, steam punk, Fallout. Όσο περισσότερο εμβαθύνετε στο παιχνίδι, όμως, αρχίζει να φαίνεται πως σκοπός δεν είναι η άσκηση των ικανοτήτων, αλλά το “κάψιμο” του χρόνου σας σε ανούσιο grind για να περάσετε κάποιες μάχες που αλλιώς δεν βγαίνουν.
Σεναριακά, το Remnant εξαρχής δείχνει κατώτερο των προσδοκιών, αφού η εισαγωγή αποκαλύπτει μία κλισέ και παιδαριώδη ιστορία. Ο χαρακτήρας που φτιάχνετε ξεβράζεται σε μια ακτή μόνο με ένα σπαθί. Το tutorial σας οδηγεί μέσα σε σκοτεινά ερείπια πόλης, ενώ συναντάτε εχθρούς που μοιάζουν με δέντρα, αυτό που ονομάζεται στο παιχνίδι Root, δηλαδή μια ασθένεια που απειλεί να αφανίσει ολόκληρη την ανθρωπότητα. Τελικά, βρίσκεστε στον κεντρικό κόμβο του παιχνιδιού, το Ward 13, τον υπόγειο οικισμό των τελευταίων ανθρώπων που έχουν μείνει ζωντανοί στο νησί. Εδώ αντιλαμβάνεστε πως για να σταματήσετε το Root πρέπει να καταστρέψετε την πηγή του, η οποία βρίσκεται σε έναν κοντινό πύργο. Δυστυχώς, ο μόνος άνθρωπος που έχει πρόσβαση στον πύργο αυτόν, έχει εξαφανιστεί καιρό. Αποφασίζετε λοιπόν να βοηθήσετε στον αγώνα για την εύρεση αυτού του προσώπου, τον λεγόμενο Founder και χάρη σε κάποια μάλλον μεταφυσική διαίσθηση των ανθρώπων εκεί, απευθείας είστε εμπιστεύσιμος, σας εξοπλίζουν και σας στέλνουν στην μάχη.
Καθώς βγαίνετε στον κόσμο καταλαβαίνετε πως η παρουσίαση της μετα-αποκαλυπτικής Γης είναι μέτρια και ανιαρή. Μισοκατεστραμμένα κτίρια, λίγα ερείπια εδώ κι εκεί, σκοτεινοί σταθμοί μετρό και υπόνομοι-μπουντρούμια χωρίς κάποιο ιδιαίτερο καλλιτεχνικό τόνο. Οι μετέπειτα περιοχές που επισκέπτεστε είναι πιο ενδιαφέρουσες και θα έλεγα σε σημεία εντυπωσιακές. Το loot που συγκεντρώνετε δεν είναι ατελείωτο σε κάθε περιοχή όπως στα loot shooters. Περισσότερο ενδιαφέρεστε για κάποια αντικείμενα που μπορεί να υπάρχουν σε συγκεκριμένες περιοχές και για boss που ρίχνουν υλικά για κάποια όπλα. Ανάμεσα στις διάφορες τοποθεσίες και στο Ward 13 μπορείτε να τηλεμεταφέρεστε με κάποιες τηλαυγείς πέτρες, ενώ τέτοιες πέτρες βρίσκονται πολύ κοντά στα boss και δεν χρειάζεται να “τρώτε” άλλους εχθρούς ενδιάμεσα σε κάθε προσπάθεια. Η είσοδος επίσης για τα boss είναι ομιχλώδης, όπως γνωρίζετε από τα Souls.

Brute unleashed.
Τουλάχιστον υπάρχει πολύ “ξύλο” στο παιχνίδι, σωστά; Για να δούμε. Ξεκίνησα στην μεγαλύτερη δυνατή δυσκολία (nightmare) αλλά αργότερα για να παίξω μαζί με έναν φίλο μπήκα στον κόσμο του ο οποίος είχε επιλέξει hard. Η μετάβαση δεν είναι απολύτως ομαλή διότι ναι μεν είναι δυνατόν οποιαδήποτε στιγμή να μπείτε στο campaign ενός φίλου, όμως οι εχθροί που συναντάτε προσαρμόζονται στον πιο δυνατό εξοπλισμό που υπάρχει στην ομάδα. Αυτό για εμένα σήμαινε πως σχεδόν ο,τιδήποτε με χτυπούσε με σκότωνε κατευθείαν, διότι ο φίλος μου είχε ήδη πάρει εξοπλισμό από μικρότερη δυσκολία. Κατά αυτή την έννοια πράγματι είχα βρει την τρομακτική δυσκολία που ήθελα. Git gud or get dead. Παίζοντας σχεδόν όλες τις μάχες σε αυτή την δυσκολία έχω να κομήσω κάποιες πολύ σημαντικές παρατηρήσεις. Η κυριότερη είναι πως κάποιες μάχες και περιοχές έχουν σχεδιαστεί ως “gear check” ώστε να ελεγχθεί αν έχετε δαπανήσει αρκετό χρόνο στο παιχνίδι για να μαζέψετε εξοπλισμό και traits. Οι δύο που θυμάμαι είναι το Swamp Beast (δύο γιγαντιαίες πεταλούδες) και η δεύτερη φάση του τελικού κακού. Σε όλες τις υπόλοιπες μάχες μπορείτε να νικήσετε έχοντας μηδέν εξοπλισμό, απλώς κάνοντας dodge roll ή αποφεύγοντας τις επιθέσεις του boss ενώ βελτιστοποιείτε την ζημιά που κάνετε. Δεν μου αρέσει καθόλου αυτός ο σχεδιαστικός περιορισμός, όπως επίσης, δεν μου αρέσει να απλοποιείται η δυσκολία με το “ανέβασμα” του εξοπλισμού. Κατά αυτή την έννοια το παιχνίδι δεν βασίζεται στην καθαρή ικανότητα του παίκτη.

“Δεν είναι λογικό όμως να έχει grind;”, θα ρωτήσετε. Όπως προαναφέρθηκε, το παιχνίδι μοιράζει λίγο loot ανά περιοχή και θέλετε περισσότερο να βρείτε συγκεκριμένους μυστικούς πωλητές και boss. Αυτοί όμως δεν εμφανίζονται απαραίτητα σε κάθε campaign. Χρειάζεται να κάνετε re-reroll το campaign που τρέχετε και να το ξεκινήσετε από την αρχή ή να βρείτε κάπως κάποιον παίκτη που έχει στο campaign του ένα συγκεκριμένο boss για παράδειγμα ώστε να τον συναντήσετε στον κόσμο του. Σα να μην φτάνει αυτή η τυχαιότητα στο παιχνίδι, επιτρέπεται ένα αντικείμενο το οποίο αυτόματα σας αναγεννά χωρίς να καταναλώνει πόρους, αρκεί ανάμεσα στους θανάτους σας να έχετε μοιράσει αρκετή ζημιά. O ορισμός του faceroll, με λίγα λόγια.
Share on Google Plus

About Freegr network

    Blogger Comment
    Facebook Comment

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου