Cyberpunk 2077 Phantom Liberty review με ενισχυμένη συμμορία...


 
Το Phantom Liberty λαμβάνει χώρα εντός του αφηγηματικού κορμού του κυρίως παιχνιδιού. Λίγο αφότου ξεμπερδέψετε με τους Voodoo Boys στην ιστορία του σύμπαντος), η V δέχεται μια κλήση από μια κοπέλα ονόματι Songbird. Η Songbird την ενημερώνει πως χρειάζεται τη βοήθειά της επειγόντως, ισχυριζόμενη πως γνωρίζει την κατάσταση με το Relic και μπορεί να βοηθήσει την ηρωίδα ως αντάλλαγμα. Έτσι, λοιπόν, η V κατευθύνεται προς το σημείο συνάντησης, την πύλη της Dogtown, μιας άναρχης, αυτοδιοικούμενης περιοχής της Pacifica που θεωρείται μακράν η πιο επικίνδυνη στη Night City. Εκεί ενημερώνεται πως η νυν Πρόεδρος της NUSA και πρώην CEO της Militech δέχτηκε επίθεση στον εναέριο χώρο της Dogtown και πως το αεροπλάνο της κινδυνεύει να καταρριφθεί. Η V πλέον καλείται να εισχωρήσει στη Dogtown υπό την καθοδήγηση της Songbird, να εντοπίσει την Πρόεδρο και να την προστατέψει με κάθε θυσία. Η αποστολή δεν είναι καθόλου εύκολη, καθώς δεν γνωρίζει ποιος ευθύνεται για την επίθεση και τί μέσα διαθέτει, ενώ η παραστρατιωτική οργάνωση που διοικεί την περιοχή είναι ήδη δύο βήματα μπροστά.

Η αρχική αυτή εξέλιξη της ιστορίας ίσως σας απογοητεύσει, καθώς είναι τετριμμένη και γλυκανάλατη. Όμως μη γελιέστε, όπως και στο κυρίως παιχνίδι, η συγγραφική ομάδα της CDPR ξέρει ακριβώς τί κάνει. Αυτό που αρχίζει ως μια κλισέ περιπετειούλα δράσης, εξελίσσεται σε ένα από τα πιο καθηλωτικά, ατμοσφαιρικά και ιντριγκαδόρικα κατασκοπικά θρίλερ που έχετε βιώσει στο gaming. Η ιστορία σας κρατά κολλημένο στην οθόνη, φλερτάροντας μονίμως με την ανατροπή μα αρνούμενη να ενδώσει άνευ όρων. Eίναι καλογραμμένη, στιλάτη και σπιρτόζικη. Οι δε χαρακτήρες, για άλλη μια φορά, είναι δομημένοι με παραδειγματικό τρόπο. Εντύπωση κάνει, συγκεκριμένα, το γεγονός πως οι περισσότεροι εξ αυτών δεν ανταποκρίνονται στο αρχέτυπο που υπαινίσσεται ο αρχικός τους ρόλος και καταλήγουν να συναρπάζουν με την ρηξικέλευθη μοναδικότητά τους. Με άλλα λόγια, το παιχνίδι παίρνει κλασικούς ανθρωπότυπους-καρικατούρες, όπως πχ η πρόεδρος της NUSA ή ο αποστάτης δικτάτορας της Dogtown, και τους πλάθει με έναν αρκετά διαφορετικό τρόπο απ΄ ότι έχουμε συνηθίσει, προσδίδοντας έτσι το στοιχείο της έκπληξης και καθιστώντας τους πολύ πιο ανθρώπινους (δίνοντας έμφαση στην σκοτεινή πλευρά της ανθρώπινης εμπειρίας βέβαια).

Το Phantom Liberty εύστοχα συνδέεται με την ιστορία του κυρίως παιχνιδιού. Η επιτακτική ανάγκη εύρεσης θεραπείας αποτελεί ιδανικό κίνητρο για την V. Πλέον, ανάμεσα στο κυνήγι του Andrew Hellman στα δυστοπικά Badlands, το νεονουάρ chain quest του Goro Takemura και την ζοφερή, σπαραξικάρδια κι εφιαλτική ιστορία της Evelyn Parker, προστίθεται και ένα κατασκοπικό cyberpunk θρίλερ πυρετώδους ρυθμού, που ανεβάζει την ήδη εξαιρετική αφήγηση σε δυσθεώρητα επίπεδα ποιότητας. To expansion χαρίζει μια βαθύτατα ατμοσφαιρική εμπειρία, βουτηγμένη στο σασπένς, εντυπωσιακές σεκάνς κινηματογραφικού επιπέδου, σκοτεινές δολοπλοκίες, χαρακτήρες αμφίβολων κινήτρων (σε σημείο που ποτέ δεν είστε σίγουρος ποιόν να εμπιστευτείτε) και τα ρέστα. Κι ακόμη κι αν το συγκεκριμένο είδος θεωρείται συναισθηματικά «παγερό» και ολίγον τί απόμακρο, εν προκειμένω δεν στερείται ισχυρού συναισθηματικού αντικτύπου, διατηρώντας έτσι τα στοιχεία εκείνα που κάνουν το Cyberpunk 2077 τόσο ξεχωριστό. Προσωπικά, το τέλος που μου έτυχε βάσει των επιλογών μου, μου ράγισε την καρδιά, και αυτό ακριβώς είναι που αποζητά κανείς από το στούντιο που μας έδωσε κάποτε το Heart of Stone.

Περνώντας στα του gameplay, πρέπει να αναφερθούμε στις αλλαγές που έφερε το update 2.0 του παιχνιδιού, καθώς αυτές αφορούν άμεσα και το Phantom Liberty. Καταρχάς, το δέντρο δεξιοτήτων έχει αναδομηθεί πλήρως αντικαθιστώντας πολλά από τα passive skills του προηγούμενου με δεξιότητες που μπορούν, πλέον, να καθορίσουν τον τρόπο που παίζετε, αντί να τον επηρεάζουν ελαφρώς όπως παλαιότερα. Επιπλέον, το κάθε attribute στο οποίο επιλέγετε να επενδύσετε, είναι πιο νοικοκυρεμένο και βγάζει περισσότερο νόημα σε ό,τι αφορά τον τρόπο που χτίζετε τον χαρακτήρα σας, ενώ το perk system έχει αλλάξει εξ ολοκλήρου. Αυτό που στο αρχικό παιχνίδι έμοιαζε με προσχέδιο, αποκτά πλέον σάρκα και οστά, υποστηρίζοντας αβίαστα διαφορετικούς συνδυασμούς δεξιοτήτων και αλλάζοντας άρδην την προσέγγισή σας στη μάχη. Πέραν τούτου, πλέον καταναλώνετε stamina κάθε φορά που πυροβολείτε ή κάνετε dash (το οποίο dash, εκτός του ότι έχει, επιτέλους, δικό του ξεχωριστό κουμπί, είναι και αναβαθμίσιμο). Πρόκειται για μια αλλαγή που φαντάζει μικρή στη θεωρία, αλλά σε πρακτικό επίπεδο σας ωθεί να σκεφτείτε λίγο προτού δράσετε και σας αναγκάζει να αναπροσαρμόσετε τις μέχρι πρότινος τακτικές σας. Επιπλέον, η νοημοσύνη των εχθρών έχει βελτιωθεί, υπό την έννοια πως επιτίθενται πιο συντονισμένα και αντιδρούν στις ενέργειές σας πολύ πιο ορθολογικά.

Το cyberware έχει, επίσης, αναβαθμιστεί, τόσο σε επίπεδο user interface (πολύ πιο όμορφο και νοικοκυρεμένο), όσο και λειτουργικά. Πλέον, το armour σας εξαρτάται αμιγώς από το cyberware που επιλέγετε, ενώ αν το παρακάνετε ξεπερνώντας το σχετικό όριο, φλερτάρετε με το cyberpsychosis, γεγονός που βγάζει πολύ περισσότερο νόημα με βάση το lore. Ίσως η πιο πολυσυζητημένη αλλαγή, έχει να κάνει με τη μάχη εν ώρα οδήγησης, αλλά και με την αναδιαμόρφωση της λειτουργίας της αστυνομίας στα πρότυπα του GTA. Προσωπικά, ποτέ δεν κατάλαβα την εμμονή των παικτών με την εν λόγω αδυναμία του τίτλου πριν το update 2.0, αλλά σε κάθε περίπτωση είναι μια καλοδεχούμενη προσθήκη, η οποία μάλιστα λειτουργεί αρκετά καλά. Τέλος, περαιτέρω βελτιώσεις έχουν γίνει στην νοημοσύνη των τυχαίων AI χαρακτήρων (συμπεριλαμβανομένων και των οδηγών), έχουν προστεθεί νέα όπλα, ρούχα, αναλώσιμα, όπως και κάμποσοι ολοκαίνουριοι ραδιοφωνικοί σταθμοί.

Σε ό,τι αφορά το Phantom Liberty συγκεκριμένα, η μεγαλύτερη και πιο επιδραστική προσθήκη (πέραν της ιστορίας φυσικά) είναι η Dogtown. Πρόκειται για μια ολοκαίνουρια περιοχή βαρύνουσας σημασίας σε ό,τι αφορά το lore του Cyberpunk 2077. Ακούτε ορισμένους χαρακτήρες να αναφέρονται σε αυτή ως «no man’s land», μια περιγραφή που θαρρώ της ταιριάζει γάντι. Καθώς αποτελεί μια περιοχή που δεν την αγγίζει ο νόμος και διοικείται από τη σιδηρά γροθιά του αποστάτη Kurt Hansen, έχει μαζέψει κάθε λογής περιθωριακούς, γεγονός που, συνδυαστικά με την decadence αισθητική της, της προσδίδει μια άγρια γοητεία. Η αίσθηση του να εισέρχεστε για πρώτη φορά στη φημισμένη μαύρη αγορά της, με τους δεκάδες AI χαρακτήρες, τη βρόμα, τη βαβούρα, την παρακμή, την ωμή αληθοφάνεια, και τη cyberpunk ατμόσφαιρα να αναβλύζει από κάθε γωνιά, είναι απαράμιλλη. Ως απαγορευμένη περιοχή, η Dogtown είναι χτισμένη με τέτοιον τρόπο ώστε να την νιώθετε σαν ένα οικοσύστημα που λειτουργεί και υπάρχει έξω από τις νόρμες που επιτάσσει η Night City, παρόλο που βρίσκεται εντός της. Είναι ένας κόσμος στον οποίο δεν ανήκετε και αυτή η αίσθηση σας συνοδεύει καθόλη τη διάρκεια της παραμονής σας εκεί. Μοναδικό μειονέκτημα κατ’ εμέ, το μέγεθός της, καθώς είναι μια αρκετά μικρή (πλην όμως, πυκνή) περιοχή, σε σημείο που να κακοφαίνεται ελαφρώς.

Κατά τη διάρκεια των 13 κύριων αποστολών του Phantom Liberty, καλείστε να επιλέξετε ποιους θα εμπιστευτείτε και με ποιόν τρόπο θα πορευτείτε, με τις εν λόγω επιλογές να καθορίζουν σημαντικά την εξέλιξη της πλοκής. Τα πιθανά τέλη είναι τέσσερα στον αριθμό, ενώ δύο εξ αυτών ξεκλειδώνουν ένα επιπλέον τέλος στο κυρίως παιχνίδι. Πέραν των πολύ βασικών επιλογών, έχουν προστεθεί και κάμποσες επιλογές μικρότερης κλίμακας, αναδεικνύοντας έτσι το role playing στοιχείο και διορθώνοντας μια εκ των σημαντικότερων αβλεψιών της κεντρικής αφήγησης. Θεωρώ, μάλιστα, πως και το ίδιο το expansion απαιτεί τουλάχιστον δύο playthroughs, καθώς σημαντικό κομμάτι της ιστορίας χάνεται ένεκα της τάδε αντί της δείνα επιλογής.

Πέραν των εξαιρετικών βασικών αποστολών (για τις οποίες δεν θα γράψω τίποτα περαιτέρω, για να μην σας το χαλάσω), υπάρχει και μπόλικο παράπλευρο περιεχόμενο, που αφορά κυρίως νέα gigs και μικρά side-quests. Αυτά δεν ξεφεύγουν από την πεπατημένη του κυρίως παιχνιδιού, με τη διαφορά, όμως, πως έχει δοθεί λίγη παραπάνω προσοχή στην ιστορία που αφηγούνται, όπως και στις επιλογές που προσφέρουν αναφορικά με την τελική τους έκβαση. Επιπλέον, έχει προστεθεί και ένα νέο δέντρο δεξιοτήτων, το οποίο ξεκλειδώνει η Songbird στην αρχή του expansion εκμεταλλευόμενη τις δυνατότητες που προσφέρει το Relic που είναι σφηνωμένο στο κεφάλι της V από την αρχή του παιχνιδιού. Το συγκεκριμένο το βρήκα αρκετά χρήσιμο στη μάχη, ωστόσο είναι αρκετά φτωχό και υποτυπώδες. Μπορούσε, θεωρώ, να είναι πολύ καλύτερο. Να αναφέρω, τέλος, πως οι εχθροί που πολεμάτε κυμαίνονται στα ίδια μήκη κύματος με αυτούς του κυρίως παιχνιδιού. Ωστόσο τα boss fights έχουν ανέβει επίπεδο και ορισμένα εξ αυτών είναι φαντασμαγορικά.

Καταλαβαίνετε, λοιπόν, από όλα τα παραπάνω, πως το Phantom Liberty αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι του Cyberpunk 2077 και ως τέτοιο πρέπει να λογίζεται. Μαζί με το update 2.0, φέρνει μια σημαντική αναδόμηση της πρωταρχικής εμπειρίας του παιχνιδιού, καθιστώντας την ό,τι πιο κοντινό στο αρχικό όραμα των δημιουργών του. Θα ήθελα, σε αυτό το σημείο, να κάνω μια παρατήρηση. Κατά την άποψή μου, το παιχνίδι ήταν ήδη εξαιρετικό, θα έλεγα μάλιστα πως, στον πυρήνα του, ήταν πάντα εξαιρετικό (σε PC και νέες κονσόλες τουλάχιστον). Πλέον, είναι μεν στην καλύτερη δυνατή κατάσταση που θα μπορούσε να είναι, αλλά μην περιμένετε ριζικές αλλαγές σε σημείο που να διαφοροποιούν το «γενετικό του αποτύπωμα». Με τούτο θέλω να τονίσω πως ορισμένες από τις κεντρικές παθογένειες του Cyberpunk 2077 παραμένουν. Το role playing στοιχείο εξακολουθεί να είναι αναιμικό, ενώ η Night City (συμπεριλαμβανομένης και της Dogtown) εξακολουθεί να στερείται σοβαρής διαδραστικότητας (αν και έχουν γίνει σημαντικές βελτιώσεις στον συγκεκριμένο τομέα). Μην περιμένετε, συνεπώς, το παιχνίδι να εκπληρώνει όλες τις αρχικές, προ 2020, υποσχέσεις της CDPR, διότι θα απογοητευτείτε.

Περνώντας στα γραφικά, το Phantom Liberty ακολουθεί τη λαμπρή πεπατημένη του κυρίως παιχνιδιού. Κοντολογίς, τα γραφικά είναι ασύλληπτου επιπέδου, οι υφές αγγίζουν τα όρια του φωτορεαλισμού, οι φωτισμοί (ειδικά με ray tracing) άρτιοι, τα animations των κεντρικών χαρακτήρων εκπληκτικά, ενώ τα cutscenes και ο τρόπος που αυτά μετουσιώνονται σε gameplay είναι για σεμινάριο. Πραγματικά, το παιχνίδι σε δυνατό PC μοιάζει σα να έχει έρθει από το μέλλον. Να προσθέσω εδώ πως η κινηματογράφηση και η εν γένει ποιότητα της παραγωγής είναι σε κορυφαίο επίπεδο. Τεχνικά, το expansion είναι μεν καλογυαλισμένο, με ελάχιστα bugs εδώ κι εκεί, υποφέρει ωστόσο από τυχαία frame drops (αν και ήδη η κατάσταση έχει βελτιωθεί αισθητά). Τέλος, στα του ήχου, η δουλειά που έχει γίνει είναι και εδώ άριστη. Όλοι οι ηθοποιοί, συμπεριλαμβανομένου και του Keeanu που επιστρέφει ως Johnny Silverhand, δίνουν και την ψυχή τους, ενώ ο Idris Elba ως Solomon Reed κλέβει την παράσταση. Η μουσική θα σας κάνει και πάλι να χτυπιέστε λες και έχετε πάρει md σε psychedelic festival, ενώ δε λείπουν και οι πιο ατμοσφαιρικές συνθέσεις, που ταιριάζουν γάντι με τη cyberpunk spy thriller αισθητική του expansion.

Share on Google Plus

About Freegr network

    Blogger Comment
    Facebook Comment

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου